Monday, September 22, 2008

Βροχή - η επιστροφή


René Aubry, Après la pluie [2]

Και κάπως έτσι ο σαλίγκαρος ξαναξύπνησε.
Από τη νωπή μυρωδιά του γήινου κορμιού,
από τη δροσιά των σταγόνων και το ρυθμικό τους τακ τακ στο καβούκι του.
Από τον ατελείωτο καλοκαιρινό εφιάλτη, ολοένα τον ίδιο: ένα ιδρωμένο, ρυτιδιασμένο χέρι, που όλο τον απειλούσε να τον βάλει στο καλάθι του και όλο εξατμιζόταν προτού τον ακουμπήσει...

κάπως έτσι ξύπνησα και εγώ...
δεν είμαι παιδί της ζέστης, αλλά του ψυχρού δυνατού ανέμου,
της φουρτουνιασμένης θάλασσας,
της ακτής που κροταλίζουν τα βότσαλα στα χέρια των κυμάτων,
του δάσους που λυγίζει στα χέρια του Αιόλου,
των νεφών που γεμίζουν ζωγραφιές τον ουρανό
και κάνουν τον ήλιο και τη σελήνη να μη βαριούνται εκεί στον διάφανο θόλο,

επιστρέφω και πάλι στον έξω κόσμο,
έμεινα αρκετό καιρό σιωπηλή, κρυμμένη να αφουγκράζομαι,
να παρατηρώ και να μαζεύω...

τώρα επιτέλους θα πετάξω και πάλι άνθη σαν τις πολυαγαπημένες μου γαζίες: πάντοτε φθινόπωρο, πάντοτε με χρώμα κίτρινο και μυρωδιά κήπου και χώματος...

καλώς σας βρήκα και πάλι!