Monday, December 31, 2007

Δερβίσης



Η σκηνή ήταν ακόμη φωτισμένη: ένα καθαρό υποκίτρινο φως έλουζε τις ξύλινες σανίδες, καμιά φορά αποκτούσε αποχρώσεις, κοκκινωπές ή πρασινωπές, ενίοτε και κυανές, Κάποια στιγμή έμοιαζε σα να πήγαινε να σβήσει, για να δυναμώσει και πάλι και να μοιάσει με αισιόδοξο πρωινό ήλιο...

Η σκηνή ήταν ευρύχωρη: στη μια της άκρη προς τα πίσω κάθονταν οι μουσικοί που έπαιζαν ένα μονότονο ρυθμικό χορό, μια φωνή έμοιαζε σα να ψάλλει, ενώ μπροστά τους τριανταεφτά δερβίσηδες στροβιλίζονταν εκστασιασμένοι.

Με τα χέρια απλωμένα και το κεφάλι με το ψηλό φέσι γερμένο στο πλάι έμοιαζαν να έχουν ξεχάσει ακόμη και την ίδια τους την ύπαρξη, κάποιοι χάνονταν ήδη στο πίσω μέρος της σκηνής, άλλοι παρέμεναν πεισματικά στα πλάγια, άλλοι σαν άστρα έμεναν σταθερά σε ένα κεντρικό σημείο μα όλοι μαζί έμοιαζαν με ένα τεράστιο συμπαντικό ρολόι, και κάθε ένας τους ένα γρανάζι του, που γυρνά, κουρδισμένο από ένα αιώνιο χέρι.

Είχε έρθει κι η δική του στιγμή να αρχίσει και τον δικό του χορό: θα ήταν ο τριακοστός όγδοος, η μουσική έπαιζε ακόμη, η φωνή τραγουδούσε ακούραστα, οι άλλοι δερβίσηδες, όμορφα απομονωμενοι ο καθένας στην τροχιά του στοβιλίζονταν πάντοτε.

Ήταν ο τριακοστός όγδοος, ήλπιζε να μην είναι ο τελευταίος μα ήταν σκοτεινά εκεί πίσω και δεν ήξερε αν ήταν και κανένας άλλος μετά από εκείνον, καλύτερα έτσι, έπρεπε να μείνει συγκεντρωμένος, σε προσευχή εσωτερική, ανέβαινε λοιπόν ένα ένα τα σκαλοπάτια, με κάθε βήμα και πιο κοντά στη σκηνή, πιο μακρυά από το σκοτάδι.

Και τώρα στεκόταν εκεί δίπλα από τους μουσικούς, όρθιος, περίμενε τη δική του στιγμή.

Με αργές κινήσεις υποκλίθηκε στο δάσκαλο και άρχισε την αιώνια περιστροφή του.

Άλλος ένας χρόνος-δερβίσης είχε προστεθεί στη σκηνή της ζωής μου.






ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ, με ευχάριστα απρόοπτα!!!

Friday, December 28, 2007

χριστουγεννιάτικες γωνιές... επί τρία

Ανταποκρινόμενη σε κάλεσμα του Equilibrium ιδού οι δικές μας χριστουγεννιάτικες γωνιές τριών γενεών

της μαμάς μου...

...λουσμένη στο φως...

η δική μας με το ... ανισόρροπο άστρο στην κορφή...

και της πιτσιρικαρίας μας...

...με τις υπέροχες...

...κατασκευές της...

χρόνια πολλά!

Monday, December 24, 2007

Τα λαμπιόνια



Κάτι γείτονες της είχαν φέρει τα κουτιά: ήταν τρία μεγάλα χαρτόκουτα και της τα είχαν ακουμπήσει μπροστά στην πόρτα, δώρα από συγγενείς στην πρωτεύουσα. Φέτος είχε πολύ δύσκολη χρονιά και για πρώτη φορά είχε δεχθεί να τους στείλει έναν κατάλογο μέ ό,τι χρειαζόταν... περισσότερο.

Έσκυψε αργά και με το μαχαίρι άνοιξε το πρώτο:

ήτανε μάλλον ρούχα.

τους είχε ζητήσει ένα δυο ζευγάρια κάλτσες χοντρές, κανά ζευγάρι παπούτσια, έστω και πασούμια, κανά σκουφί, μία κουβέρτα, ίσως και καμιά κουρελού

της έστειλαν μία χριστουγεννιάτικη κάλτσα με ανάγλυφο Αη Βασίλη, ένα ζευγάρι παντόφλες-ταράνδους, ένα αγιοβασιλιάτικο σκουφί με λαμπάκια που αναβόσβηναν, ένα ριχτάρι εορταστικό και δύο ποδιές για χριστουγεννιάτικα δέντρα...

τα άφησε απλωμένα γύρω γύρω και άνοιξε το δεύτερο, αυτό με τα τρόφιμα.

τους είχε ζητήσει λίγα πράματα, ούτε που θυμόταν πια τι, μάλλον κανά όσπριο, κανά πελτέ, καμιά κονσέρβα... ζάχαρη, α, και λίγο ελληνικό καφεδάκο, έτσι για να ξεχνιέται

της έστειλαν κέτσαπ τσίλλι, τορτελλίνια με μανιτάρια του δάσους, φουα γκρα σε κονσέρβα, πάτους για τούρτα σε οικονομική συσκευασία των τριών, μία σαμπάνια, αρωματισμένο μεταλλικό νερό, και δύο συσκευασίες γαλλικό καφέ.

απελπισμένη άνοιξε και το τρίτο κουτί: δεν είχε ζητήσει τίποτε άλλο, μα ίσως όλα αυτά που επιθυμούσε να ήταν κρυμμένα εδώ, σε αυτό το τόσο μικρότερο από τα άλλα.

στην αρχή δεν καταλάβανε τι έβλεπε, λες και ήταν σε όνειρο της φάνταζε, σαν κάποιος να γελούσε από κάπου μαζί της. Το ροζιασμένο χέρι της άρχισε να βγάζει ένα ένα από μέσα: κάτι χριστουγεννιάτικες μπάλες, έξι όλες κι όλες, ένα δυο κεραμικά αγγελάκια, κεριά και γιρλάντες.
κάτω κάτω ήταν κι ένα μικρό κουτάκι.
μέσα του βρήκε δύο γιρλάντες από φωτάκια, χριστουγεννιάτικα λαμπιόνια...


κοίταξε γύρω της,
το σπίτι της, αυτό που είχε απομείνει, τη σκεπή που έμπαζε μισοκαμμένη, νερό, τα παράθυρα που έχασκαν, τα υπολείμματα από τα έπιπλά της.

βγήκε με τα λαμπιόνια στον ρημαγμένο κήπο της και έψαξε να βρει το λιγότερο καμμένο δεντρο της για να το στολίσει. Και μετά, κρέμασε από τα μαύρα του κλαδιά και τις μπάλες.

κι έτσι, μισοαπορημένη, μισομπερδεμένη, απέμεινε να το χαζεύει, μέχρι που νύχτωσε.

---

την επομένη τη βρήκαν εκεί κάτω από τα δέντρο, καθισμένη, να το κοιτάζει στολισμένο με έξι χριστουγεννιάτικες μπάλες και δυο σειρές καμμένα χριστουγεννιάτικα λαμπιόνια...








ΥΓ Καλά Χριστούγεννα.

ΥΓ2 Ειλικρινά ήθελα να γράψω κάτι χαρούμενο. Αλλά θυμήθηκα τα "δέντρα ιδιωτικών καλλιεργειών" που θυσιάστηκαν φέτος -και πάλι- και σκέφτηκα ότι αφού δεν βάλαμε ούτε φέτος μυαλό, να πηδήσουμε τη σκιά μας και να νικήσουμε τη ματαιοδοξία μας και την αναίδειά μας, δεν πρόκειται ποτέ να τα καταφέρουμε.

Wednesday, December 12, 2007

Η λεκάνη



Μόλις κατάλαβε ότι είχε φτάσει και πάλι η στιγμή ένα χαμόγελο αγαλλίασης σχηματίστηκε στο πρόσωπό του: επιτέλους!
Με σίγουρο και ταχύ βήμα κατευθύνθηκε προς τη γνωστή πόρτα, την άνοιξε με αυτοπεποίθηση και -αφού την έκλεισε με ύφος ανθρώπου που αυτήν την κίνηση την είχε κάνει ήδη άπειρες φορές- προχώρησε μέσα στην αίθουσα και πήρε θέση στην κεντρική πολυθρόνα: τόν θρόνο του

Τα βήματά του θα αντηχούσαν στην αίθουσα, αν αυτή δεν ήταν κατάμεστη από κόσμο: απλούς πολίτες και επισήμους, φίλους, γνωστούς, αγνώστους και φυσικά τους πανταχού παρόντες δημοσιογράφους.

Με έμπειρο βλέμμα χαιρέτησε το σύνολο του κόσμου και άρχισε -χωρίς χρονοτριβες- την παρουσίασή του [έτσι είναι οι πολυάσχολοι και μεθοδικοί άνθρωποι, αυτοί που δεν παίζουν με το μέλλον τους, αυτοί που, όταν οι άλλοι έψαχναν ακόμη τι θα γίνουν, εκείνοι είχαν ήδη αρχίσει να διαπρέπουν].

Σήμερα θα μιλούσε για "την αναγκαιότητα της τέχνης στον κόσμο", εχθές μόλις το απόγευμα είχε εκθέσει τις απόψεις του "περί οικολογίας και φυσικών πόρων", προχθές ανακοίνωνε την ανακάλυψή του: μια νέα λύση σε γνωστό μαθηματικό παράδοξο...
[όλα έβαιναν καλώς, το πλήθος έμοιαζε να ρουφά την κάθε του κουβέντα, μονάχα πού και πού ένα ενοχλητικό "τοκ" έμοιαζε σα να ήθελε να σπάσει τον ειρμό του. Θα το αγνοούσε, όπως κάθε φορά, αυτή η αίθουσα, η αγαπημένη του, το μοναδικό μέρος στη γη όπου αισθανόταν τόσο σημαντικός, αυτό που έμοιαζε σα να υπήρχε μονάχα για να υπογραμμίζει την υπεροχή και την επιτυχημένη του οντότητα, ήταν κατά βάθος σα στοιχειωμένο, κάθε τόσο, λες και από το πουθενά ακουγόταν αυτό το μυστήριο "τοκ", που έμοιαζε να φτάνει μονάχα στα δικά του αυτιά. όχι, όχι, φυσικά και θα το αγνοούσε, αυτό θα έλειπε, τώρα που όλος ο κόσμος περίμενε από αυτόν να μάθει...]

-Και τώρα είμαι στη διάθεσή σας για ερωτήσεις, είπε και χαμογέλασε [μάλλον κάπως νευρικά, το "τοκ" επαναλαμβανόταν συχνά και τον έκανε να κοιτά πού και πού τριγύρω σα χαμένος]

Ο κόσμος, πώς τον λάτρευε, δεν άφηνε κομμάτι της ομιλίας του ασχολίαστο, οι έπαινοι, τα μπράβο, ακόμη κι όσοι αρχικά διαφωνούσαν κατέληγαν να σκύβουν απολογητικά το κεφάλι, όποτε τους έκανε την τιμή να απαντήσει στις ερωτήσεις του... Ήταν γλυκά αναστατωμένος, ένιωθε μια ηδονή και ευφορία, πράγματι, έτσι, έτσι, έτσι την είχε φανταστεί τη ζωή του, τότε που έφηβος ακόμη, κλεινόταν για ώρα στην τουαλέττα, όχι όπως άλλοι φίλοι του, μπα, εκείνος είχε φτιαχτεί για τα μεγάλα και τα σημαντικά, τα ανώτερα, για τη διανόηση, για το μεγαλείο της γνώσης.

[τοκ, τοκ, τοκ] "μα τι θα γίνει επιτέλους, έχουν κι άλλοι σειρά!" ακούστηκε μια αγριοφωνάρα:

ο κόσμος διαλύθηκε, τα φώτα, οι προβολείς λες και χαμήλωσαν, οι τοίχοι στένεψαν ασφυκτικά, ο θρόνος του μονάχα έμεινε με εκείνον επάνω.

Τώρα είχε πια σηκωθεί, τράβηξε το καζανάκι, έπλυνε τα χέρια του και ξεκλείδωσε βιαστικά την πόρτα. Η γυναίκα του όρμησε στο μπάνιο, βιαζόταν, έπρεπε να φύγει για τη δουλειά.
-Επιτέλους, την άκουσε να λέει με ανακούφιση, καθώς στρωνόταν στην αγαπημένη του θέση.

Tuesday, December 11, 2007

Θόλωσα...

Τελικά,
δεν εξηγείται διαφορετικά, είμαι σίγουρη,
ο εχθρός πρέπει να με διαβάζει.
Πρέπει να διάβασε και το τελευταίο μου ποστ,
κι ας μη μου αφήνει ποτέ σχόλια,
-εμ πώς, πώς να συνδεθεί και να υπογράψει, ως "εχθρός";, δε λέει-

και έτσι μου την έφερε με την ίδια μου την τακτική:

εκεί που νόμιζα ότι από κατατροπωμένη είχα βγεί... κατατροπώτρια
να που μου την έφερε φτου κι από την αρχή:
εκεί που αμέριμνη χαμογελούσα, μου την έπεσε κυκλωτικά, με στολές στα χρώματα της ίριδας και με θόλωσε τελείως:

οκ, θα γίνω σαφέστερη:

εκεί που έλεγα ότι τελικά πάει το παλιο-κρυολόγημα που μου είχε αλλάξει τα φώτα και δεν είχα πια κουράγιο,
όχι να μπλογκάρω, αλλά ούτε και α μένω ξύπνια παραπάνω από τις εννέα και μισή[!!!!]
με άρπαξε μια περίεργη θολωτική και μυδριασμένη κατάσταση που μου έχει θολώσει το ένα μου μάτι και γυρνώ συνεχώς με γυαλιά ηλίου, ως άλλη περσόνα που θέλει να περάσει απαρατήρητη...

θα ξεθολώσω λένε, σιγά σιγά, μάλλον, αλλά αυτή η φωτοφοβία μου κάνει το γράψιμο στο λάπτοπ πολύ δύσκολο...

Κρίμα,

και έχω ξαναβρεί τη φόρμα μου

και οι ιστορίες μου έρχονται ζευγαρωτές...

αλλά πού θα μου πάει...

τώρα που χαμογελά ξέγνοιαστος ότι μου την έφερε... θα του ξαναεπιτεθώ!!!!!

Saturday, December 1, 2007

ο στρατηγός που ηττήθηκε


"Οἱ τὰ περί τοῦ στρατηγοῦ γράψαντες προσέταξαν ἵνα ἐὰν τραπῇ φοσάτον, μὴ ἐξέλθῃ εἰς πόλεμον ἕως τριῶν χρόνων, καὶ καλῶς ὥρισαν, ἵνα καὶ ἡ δειλία ἀπό τῶν καρδιῶν αὐτῶν ἐξέλθῃ καὶ ὥσπερ εἰς λήθην τῆς τροπῆς ἔλθωσιν. Ἐγὼ δέ σοι λέγω, ὅτι ἐὰν τραπῇς, ὅπερ ἀπεύχομαι, εἰ δυνηθῇς αὐτῇ τῇ ὥρᾳ ἤγουν τῇ ἡμέρᾳ τῆς τροπῆς σου περισωρεῦσαι κἄν τό τέταρτον τοῦ λαοῦ σου, μὴ δειλιάσῃς ὡς οἱ λαγωκάρδιοι, ἀλλὰ λαβὠν οὑς ἐσώρευσας ἐπίθες τῷ πολεμίῳ, ἀλλὰ μὴ ἀπέμπροσθεν, ἀλλὰ πρότερον ὄπισθεν εἴτε ἀπό πλαγίου, αἰφνίδιον καὶ ἐκ τοῦ ἀπροσδοκήτου, εἴτε τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ τῆς τροπῆς ἐἴτε τῇ νυκτί∙ καὶ πέπεισμαι άκριβῶς, ὅτι Θεοῦ εὐδοκοῦντος ὀλέσῃς καὶ τήν τελείαν αὐτόν ἀφανίσεις. Ἐκεῖνος γαρ, ἀφ' οὗ σε τρέψει, ἀμερινίαν ἑξει τελείαν μὴ προσδοκῶν τοῦτο, ἀλλὰ νομίζων καταλῦσαί σε. Καὶ ἐξάπαντος οὕτως ποίησον, καὶ οὐκ ἀστοχήσεις. Ἀμεριμνήσας γὰρ αὐτός εὐχείρωτός σοι ἔσειται."


Ὀσοι έγραψαν [συμβουλές] για το στρατηγό, ὀρισαν, αν τραπεί το στράτευμα σε φυγή, να μη βγει σε πόλεμο για τρία χρόνια. Και καλά το όρισαν, για να φύγει η δειλία από την καρδιά τους και να ξεχάσουν κατά κάποιον τρόπο την ήττα. Εγώ πάλι σου λέω ὀτι αν ηττηθείς, πράγμα που απεύχομαι, αν μπορέσεις την ίδια ώρα, δηλ. τη μέρα της ήττας σου, να περιμαζέψεις ακόμη και το ένα τέταρτο του στρατού σου, να μη δειλιάσεις σαν αυτούς που έχουν καρδιά λαγού, αλλά πάρε όσους μάζεψες και πέσε πάνω στον εχθρό, όχι κατά μέτωπο, αλλά καλύτερα από πίσω ή από τα πλάγια, αιφνιδιαστικά κι απροσδόκητα, είτε την ίδια μέρα της ήττας είτε τη νύκτα∙ και είμαι απόλυτα βέβαιος ότι με τη βοήθεια του Θεού θα τον καταστρέψεις και θα τον αφανίσεις ολότελα. Γιατί εκείνος, αφού σε νικήσει, θα είναι εντελώς αμέριμνος και δεν θα το περιμένει, αλλά θα νομίζει ότι σε διέλυσε. Πράξε έτσι οπωσδήποτε και δεν θα αποτύχεις. Γιατί καθώς αυτός θα είναι αμέριμνος, θα τον καταφέρεις εύκολα.

Κεκαυμένος, "Στρατηγικόν", 11ος αι.
Μετάφραση -Εισαγωγή -Σχόλια, Δημήτρης Τσουγκαράκης,
Εκδόσεις Ἄγρωστις -1993

------------------------------------------------------------------------

ΥΓ Ταχτοποιούσα τις βιβλιοθήκες. Το μέγα ερώτημα, πώς θα τα χωρέσω πάλι όλα... τώρα τα περισσότερα βιβλία είναι ξαπλωτά προκειμένου να εκμεταλλευτώ και το τελευταίο τόσο δα κενό... Και εκεί, το "ξανασυνάντησα" το αγαπημένο μου "Στρατηγικόν" με τις συμβουλές του συγγραφέως προς τους γιους του...

αυτό το απόσπασμα είναι από τα αγαπημένα μου: όπου "εχθρός" όλες οι αντιξοότητες που προσπαθούν να με κατανικήσουν και να με αποθαρρύνουν, όλα αυτά που με κυνηγάνε για να μου τσακίσουν το ηθικό,

αλλά εγώ θα επιμένω, να μαζεύω το εν τέταρτο των δυνάμεών μου και να συνεχίζω, έστω και με ανταρτοπόλεμο....

Καλό μήνα, σε όλους!!!