Sunday, September 30, 2007

Οι σκέψεις μιας πεταλούδας - 1


Το παραδέχομαι, μάλλον με έχει πιάσει τεμπελιά εν μέσω της τρέλλας των ημερών ή είναι απλώς αντίδραση, αλλά μιας και ακόμη δεν λέω να ανεβάσω Ανεμώνη ή Μ+Ζ+Ι ανοίγω το σεντούκι μου και αυτήν τη φορά...

ΛΙΓΟ ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΑΡΧΗ…

Εάν μπορούσα θα στο φώναζα.
Εάν μπορούσα θα το έγραφα στο πιο ψηλό βουνό και θα το τσούλαγα στο γκρεμό, γιανά γίνει χιονοστοιβάδα και να’ ρθεί και να σε ταρακουνήσει, να σε ξυπνήσει, να σε κάνει να με δεις και να με ακούσεις.

Εάν μπορούσα θα το έκανα νόμο το να με αγαπάς και να με φροντίζεις, να με φιλάς και να με τονώνεις και να είσαι δίπλα μου.

Εάν μπορούσα ίσως να ερχόμουν και να σού ‘σκαγα ένα φιλί, γλυκά και πεταχτά, για να σε δω να μένεις κοκκαλωμένος στη μέση του δρόμου.



Όμως δεν μπορώ.
Δεν μπορώ να το φωνάξω, δεν μπορώ να το κάνω χιονοστοιβάδα, ούτε νόμο, ούτε φιλί…


Μπορώ μονάχα να σε βλέπω να έρχεσαι και να φεύγεις, να γυρνάς για να επιστρέψεις αλλού και να κρύβομαι από το απορημένο σου βλέμμα, σκύβοντας το αναψοκοκκινισμένο κεφάλι μου μέσα στο βιβλίο που κρατάω και να σε διώχνω κοιτώντας σε ξαφνικά με μιαν θυμωμένη απάθεια, μια θλιβερή μάσκα, ανεξίτηλο σημάδι κάποιας παλιάς και άχαρης κωμωδίας.

Το μόνο που μπορώ, είναι να σε βλέπω να φεύγεις τελικά ολοένα και πιο μακρυά, μέχρι που χάνεσαι, μαύρη κουκκίδα σε λευκό χαρτί, που σβήνεται από το καυτό, μοναχικό μου δάκρυ…






ΣΚΕΨΗ ΠΡΩΤΗ


Σήμερα θα ήθελα να ήμουν σε ένα νησί. Σε ένα νησί που θα ήταν πολύ πολύ μακρυά από εδώ. Σε ένα νησί έρημο, χωρίς κόσμο ή όνομα.

Θα ήμουν μόνη. Το νησί θα το αγκάλιαζε ένας καθαρός, γαλανός ουρανός και μια βαθιά, μυστηριώδης θάλασσα.

Τώρα που το σκέφτομαι θα ήθελα να έχει πολλά και μεγάλα, ναι θα έλεγα τεράστια ζώα και φυτά. Εγώ όμως, θα ήθελα να ήμουν πολύ μικρή: σαν πεταλούδα. Ίσως όχι απαραίτητα τόσο όμορφη, όσο συνηθίζουν να είναι οι πεταλούδες. Θα ήθελα, όμως, να μπορούσα να μην έχω πια ούτε σκέψεις, ούτε αναμνήσεις, ούτε συναισθήματα: ανέκαθεν ήταν ένα περιττό βάρος στην καρδιά μου, σαν θλιβερή τιμωρία.

Σήμερα θα ήθελα να ήμουν σε ένα νησί πολύ πολύ μακρυά από εδώ και εγώ θα ήθελα να ήμουν μια μικρούλα πεταλούδα. Μια μικρή περίεργη πεταλούδα που θα κοιτούσε αγνάντευε ασταμάτητα τη θάλασσα και τα καράβια της. Κρυμμένη στην αγκαλιά του νησιού

Αχ, πόσο θα ‘θελα να 'μουν σήμερα σε ένα μακρινό νησί και να είμαι μικρή, μικρούτσικη πεταλούδα, μια ευτυχισμένη πεταλούδα που θα χάριζε σε εκείνα τα καράβια όλα της τα όνειρα που είναι σε θέση μια πεταλούδα να δει στη σύντομη κι ασήμαντη ζωή της.

προς επόμενες σκέψεις

Friday, September 28, 2007

Η ιστορία της πέτρας που έπεφτε


Σήμερα θα σας διηγηθώ την ιστορία της πέτρας που έπεφτε.

Μια ιστορία ανούσια, ούτε μεγάλη ούτε πολυσύνθετη, χωρίς πρόσωπα, χωρίς γεγονότα, χωρίς περιγραφές.

Είναι η ιστορία μιας πέτρας που πέφτει, πέφτει, πέφτει και πέφτει…

Δεν ξέρει προς τα πού, δεν ξέρει γιατί, δεν ξέρει πώς βρέθηκε σε αυτήν την κατάσταση…
Το μόνο που καταλαβαίνει είναι αυτό: ότι πέφτει.

Κι όμως, αν δεν ήταν παρά μια απλή μικρή πέτρα θα διαπιστώναμε ένα χαμόγελο:
το πικρό, παγωμένο χαμόγελο της αγωνίας, στο στενό της κορμάκι.


[από το σεντούκι μου, 2001]

Wednesday, September 26, 2007

"Der Schwarm" von Frank Schätzing




Μόλις το τελείωσα και ομολογώ ότι είμαι ακόμη εκεί, μέσα στα βάθη του ωκεανού, παρασυρμένη από ρεύματα, μαγεμένη από τα υπέροχα πλάσματα αυτού του υποβρύχιου κόσμου, ένα βιβλίο-τέρας 989 σελίδων, μαζί με τις ευχαριστίες -οι τελευταίες γραμμένες με τρόπο άμεσο και ευχάριστο και ας εκτείνονται σε δύο πυκνογραμμένες σελίδες!!!-, ένα έργο που με καθήλωσε γιατί είναι ενδιαφέρον, με ένταση και ροή, με πλοκή σε προσωπικό επίπεδο αλλά και πολλή πολλή επιστημονική έρευνα και μεράκι...
Δεν διαβάζω εύκολα μπεστ-σέλερ, πόσο μάλλον, όταν το διαφήμιζαν, στη Γερμανία, ως το θρίλερ της χρονιάς [2004].
Εγώ το διάβασα φέτος, την 13. έκδοσή του και δεν το μετάνιωσα καθόλου...

Δεν ήταν μονάχα το υποβλητικό εξώφυλλό του που μου κίνησε το ενδιαφέρον, ούτε μονάχα ο τίτλος του, το πρωτοείδα με τον ελληνικό με τίτλο "το Σμήνος" -τίτλο για τον οποίο έχω σοβαρές ενστάσεις-, αλλά κι ο τρόπος που μου το περιέγραψαν -κι ας μου μαρτύρησαν σημαντικότατο στοιχείο προτού καν προλάβω να αγοράσω το αντίτυπό μου- τέλος πάντων, ο ρυθμός που έβλεπα να καταβροχθίζουν τις σελίδες.

Με κέρδισε από την πρώτη σελίδα. Μου αρέσει να δίνω χρόνο στον συγγραφέα να πλάθει τον κόσμο του, λίγες φορές, ελάχιστες έχω χάσει πραγματικά την υπομονή μου, κάποιες φορές έφταιγε η μετάφραση, άλλες φορές η περίοδος που το άρχιζα, και κάποτε το ίδιο το βιβλίο που δεν κολλάγαμε τελικά.

Αλλά βρε παιδιά, γιατί το μετέφρασαν "το σμήνος"; Ο Μπαμπινιώτης το λέει καθαρά "πυκνή ομάδα ε ν τ ό μ ω ν ή π ο υ λ ι ώ ν που βρίσκονται σε κίνηση", και όμως, το βιβλίο αυτό είναι μια εκατό τοις εκατό θαλάσσια ιστορία, οτιδήποτε "κοπαδιαστό" υπάρχει εκεί μέσα προέρχεται από τη θάλασσα και μόνο...
Ή μήπως όχι;;;;

Ναι, φυσικά, der Schwarm μπορεί να είναι κ α ι το σμήνος αλλά όχι μόνο... χρησιμοποιείται και για ομάδες θαλάσσιων οργανισμών, κάτι που δεν καλύπτει η ελληνική μετάφραση...

Οκ, μπορεί η λέξη "κοπάδι" να μην είναι τόσο εύηχη, αλλά ίσως να απέδιδε πιστότερα τον γερμανικό τίτλο...

Δεν είναι ότι κολλάω σε μία λέξη, είναι που ο τίτλος είναι το όνομα του βιβλίου, μέρος της ταυτότητάς του, αυτό που ο συγγραφέας επέλεξε για να το χαρακτηρίζει, είναι θέμα ευαίσθητο και λεπτό και καμιά φορά, όντως, δύσκολο στην απόδοσή του...

Τώρα λένε το γυρίζουν ταινία. Δύσκολο εγχείρημα γιατί... τέλος πάντων όποιος το διαβάσει θα το καταλάβει. Φοβάμαι όμως, ότι απλώς θα δώσει μια ιδέα του τι είναι η ιστορία του... Όπως γίνεται σχεδόν πάντα...

-------------------------------------------------------------------------
ΥΓ Αν το βιβλίο ήταν λιγότερες σελίδες θα το ξαναδιάβαζα, στα ελληνικά: πολύ θα ήθελα να δω πώς χρησιμοποιεί τη λέξη εντός του κειμένου... αλλά 1000 σελίδες είναι πάάάάρα πολλές...

Monday, September 24, 2007

Σούπερ Μάρκετ



Πάρκαρα το αυτοκίνητο στο κίτρινο γκαράζ, το κάτω κάτω -κακός οιωνός, οι δυο πάνω όροφοι γεμάτοι, άρα οι διάδρομοι θα στέναζαν από τα καροτσάκια, τα ράφια ενδεχομένως να είχαν αρχίσει να ξαλαφρώνουν- και πήγα να πάρω ένα καρότσι.
Άνοιξα το πορτοφόλι μου, αλλά το ευρώ ξέφυγε από τη χούφτα μου και άρχισε να τσουλάει. "Να πάρει" σκέφτηκα, "ωραία αρχίσαμε!" και άρχισα να το κυνηγώ.
Τα μάτια μου καρφωμένα πάνω του, εκείνο να τσουλά μπροστά κι εγώ να αδυνατώ να το φτάσω, το άτιμο, είχε βρει κατηφορίτσα και επιτάχυνε. Ξάφνου ένοιωσα φώτα να στρέφονται επάνω μου, ένα αυτοκίνητο ερχόταν προς το μέρος μου, κι εγώ αντί να αποτραβηχτώ στην άκρη, έδωσα μια και το πάτησα. Δυστυχώς το ευρώ μου μόλις είχε μπει σε μια λακκουβίτσα, θα έπεφτε ούτως ή άλλως πια, η λακκουβίτσα ήταν σα βαθειά λίμνη για εκείνο και αδυνατούσε να την περάσει, αλλά εγώ ακάθεκτη, ήθελα να το πιάσω, να το μαγκώσω.

Τώρα πιτσιλισμένη μέχρι τα γόνατα, η λακκούβα ήταν πράγματι γεμάτη νερό, κρατούσα το λασπωμένο μου ευρώ ευτυχής, όχι που το είχα πιάσει, αλλά που δεν με είχε πατήσει το αυτοκίνητο. Τελευταία στιγμή άκουσα τα φρένα να στριγκλίζουν, την οδηγό που έβριζε...

Είχα χάσει χρόνο. Πολύτιμο χρόνο, είχα χάσει και το τελευταίο καρότσι -πράγματι, το σούπερ μάρκετ πρέπει να έβριθε από κόσμο- χρειάστηκα άλλα τρία λεπτά μέχρι να βρω επιτέλους ένα που είχε απομείνει δεμένο από την αλυσίδα του σε μια γωνιά.

Προσεκτικά τοποθέτησα το ευρώ κι ανέβηκα τους κυλιόμενους διαδρόμους που θα με οδηγούσαν εκεί, στο σούπερ μάρκετ.

-----------------------------------------

Από την πίσω τσέπη του παντελονιού μου έβγαλα τη λίστα με τα ψώνια. Τελευταία όλο και ξεχνούσα κάποια πράγματα, λες και αρνιόμουν να παραδεχτώ ότι μου έλειπαν, ότι τα είχα ανάγκη. Έριξα μια γρήγορη ματιά και μετά προσπάθησα να θυμηθώ πού θα τα έβρισκα. Σήμερα ήμουν απολύτως αποφασισμένη να αγοράσω μονάχα όσα περιέχονταν σε αυτήν, και να μη φύγω με ούτε ένα πράγμα λιγότερο.

Κοίταξα λοιπόν προσεκτικά και διάβασα: "χαρά". Ναι, από ό,τι θυμόμουν, αυτήν την έβρισκε κανείς εκεί στο διάδρομο μετά τα καλλυντικά και πριν τις πάνες, "χαρά, χαρά" μουρμούριζα, το σπίτι μου είχε αδειάσει από αυτήν, αν είχαν μείνει καμιά δυο συσκευασίες ακόμη, και τώρα πάλευα να τη βρω: παντού καροτσάκια, κόσμος που έσπρωχνε μπροστά του βουνά από προϊόντα, ρώτησα μια πωλήτρια, μου απάντησε ότι ίσως να είχαν μείνει μερικές πολυσυσκευασίες στον διάδρομο των προσφορών.

Έτρεξα κατά κει, ω ναι, δύο τελευταίες των πέντε είχαν απομείνει, μαζί δώρο και ένα πακέτο σερβιέτες. Κοντοστάθηκα, σερβιέτες; Μα είχα ήδη αγοράσει εφτά πακέτα τις τελευταίες εβδομάδες, τρία τότε που έδιναν μια τσάντα που σε έκανε να αισθάνεσαι πιο... πιο... κάτι τέλος πάντων,πού να θυμάμαι τώρα, και άλλες δύο με δώρο ένα φλυντζάνι, χώρια τις δύο που είχα ήδη... Μέχρι να το σκεφτώ ένας ψηλός και φαλακρός κύριος είχε πάρει ήδη τη μία. Άπλωσα το χέρι μου και έβαλα γρήγορα την άλλη στο δικό μου καρότσι, οκ λοιπόν, τώρα θα είχα οκτώ μεν αλλά θα μου έμενε η "χαρά". Και τότε κοίταξα πιο προσεκτικά και διάβασα κάτω κάτω στη συσκευασία "απομίμηση χαράς" και "πιθανόν να περιέχει ίχνη θλίψης και δακρύων". Μα φυσικά, αυτή η μάρκα ήταν η φτηνή, αλλά κι η μόνη που μπορούσα πια να βρω...

Επόμενο στη λίστα ήταν η "ηρεμία". Επειδή ήταν ακριβή, είχα μήνες να αγοράσω κανένα μπουκάλι, είμαι εκλεκτική με την "ηρεμία" είναι αλήθεια, δεν πίνω όποια κι όποια κι όταν, προτιμώ συγκεκριμένες ποικιλίες: εκεί στην κάβα, δίπλα στα ασύρτικα έπρεπε να είναι, αλλά δυστυχώς οι βάνδαλοι τα είχαν ήδη πάρει όλα.

Συνέχισα τσαντισμένη, με απομίμηση "χαράς" και χωρίς "ηρεμία" τα πράγματα δεν φαίνονταν πια και τόσο ρόδινα.

Τώρα σειρά είχε η "απόλαυση" αλλά αυτή συνδυάζεται καλύτερα με "ηρεμία" και έτσι δεν έκανα καν τον κόπο να την ψάξω.

Ξαφνικά έπεσα επάνω σε οικονομικές συσκευασίες "ξεγνοιασιάς". Μια τύπισσα είχε κόψει μερικά ψωμάκια και είχε αλείψει επάνω τους τσιγκούνικα "ξεγνοιασιά" με γεύση σκόρδο ή ντομάτα και βασιλικό, αλλά μια μύγα πηγαινοερχόταν αυθάδικα από τη μια μπουκιά στην άλλη, αν κάτι δεν μπορώ είναι οι μύγες, "όχι, λυπάμαι, δηλαδή... ευχαριστώ, αλλά δεν θα δοκιμάσω". Κρίμα που άφησα αυτήν την ατυχή συγκυρία να μου αποσπάσει την προσοχή, η προσφορά ήταν αρκούντως δελεαστική, δωρεάν 40% περσσότερο προϊόν δεν είναι λίγο, αλλά όταν μετά το συνειδητοποίησα ήμουν ήδη στον κυλιόμενο διάδρομο που με οδηγούσε στον επάνω όροφο.

Εκεί στο τμήμα των ενδυμάτων έψαξα παντού για "προστασία" στο μέγεθός μου, αλλά, καθώς ανήκω μάλλον στο μέσο όρο, υπήρχαν μονάχα κάτι πολύ φαρδιές ή πολύ στενές... Κρίμα, και στο φυλλάδιο είχε μια σκούρα μωβ που θα μου πήγαινε καταπληκτικά, "ας το καλό" σκέφτηκα, και συνέχισα να σπρώχνω άκεφα το άδειο μου καρότσι, μονάχα η απομίμηση "χαράς" με τις σερβιέτες δώρο, άσε που αυτό το καρότσι από την αρχή είχε κάποιο πρόβλημα και όλο έστριβε προς τα αριστερά, είχα αρχίσει να χάνω την υπομονή μου και τότε ακριβώς το σκέφτηκα, αυτό χρειαζόμουν φυσικά κι ας μην το είχε η λίστα: κατευθύνθηκα λοιπόν και πάλι προς τον κυλιόμενο διάδρομο και να 'μαι τώρα στο τμήμα με τα νωπά ψάρια να θέλω να αγοράσω δυο κιλά "υπομονή".
Μα εκεί τα χαρτάκια με τους αριθμούς είχαν τελειώσει, κάποιος στην προσπάθειά του να κόψει το δικό του τα είχε ξετυλίξει όλα, άλλοι προσπαθούσαν να πάρουν λίγο από την πατημένη ροζ ταινία.

Κατευθύνθηκα λοιπόν κατευθείαν στα κατεψυγμένα, βρήκα μια συσκευασία που ήθελε ζύγισμα, αλλά πηγαίνοντας προς τα εκεί ανακάλυψα ότι είχε λήξει εδώ και πέντε μήνες... Τα νεύρα μου είχαν πια αρχίσει να κουρελιάζονται επικίνδυνα θα έλεγα, αλλά είπαμε, είχα διαλέξει προφανώς τη λάθος ημέρα για ψώνια...

Ξανακοίταξα τη λίστα: "χαρά", "ηρεμία", "απόλαυση", "ξεγνοιασιά", "προστασία", "υπομονή" [που την είχα προσθέσει πλέον νοερά], προτελευταίο κάτι από "ε" που πάνω στη βιασύνη μου είχα γράψει τόσο δυσανάγνωστα πού ούτε μου θύμιζε ούτε και μου έμοιαζε με κάτι, αν ναι και "ευτυχία".

"Τώρα μάλιστα", σκέφτηκα, να δεις πού θα τη βρω... Ε, λοιπόν ήταν φαίνεται η μέρα της, γιατί τη βρήκα χύμα στα τυριά, δίπλα στα βαρέλια της φέτας, αλλά εκεί γινόταν χαμός από κόσμο και δεν είχα όρεξη να περιμένω με τις ώρες, συσκευασμένη σε μερίδες, αλλά είχε απομείνει μονάχα μία ανοιγμένη συσκευασία, από την οποία έλειπε η μισή, και κομμένη φέτες στα κατεψυγμένα, αλλά ήταν εισαγόμενη και μου φάνηκε εξαιρετικά ακριβή...

Αφού λοιπόν αδυνατούσα να αποκρυπτογραφήσω τα ίδια μου τα ιερογλυφικά, κατευθύνθηκα με το τεράστιο άδειο καρότσι μου σε ένα από τα ταμεία εξπρές. Τουλάχιστον θα τελειώνα γρήγορα...

Πράγματι, ξεμπέρδεψα αμέσως και όχι μονάχα αυτό, μαζί με τα ρέστα μου έδωσαν κι έναν λαχνό. Κούνησα ειρωνικά το κεφάλι μου στην χαμογελαστή ταμεία που με αποχαιρέτησε με ένα "ποτέ δεν ξέρει κανείς... αλλά μην ξεχάσετε να το ανοίξετε προτού φύγετε από το κατάστημα, τα δώρα εξαργυρώνονται μονάχα αυθημερόν, στο χώρο της υποδοχής".

"Ναι, καλά" σκεφτόμουνα, και έβαλα τον λαχνό μαζί με τα ρέστα στο πορτοφόλι μου. "Κατεβαίνοντας θα το ανοίξω."
Τότε με πλησίασε ένα ηλικιωμένο ζευγάρι, δυο όμορφα γερασμένα πρόσωπα, δεμένα αρμονικά μεταξύ τους. Τους κοίταζα με θαυμασμό και καμάρι κι εκείνοι τείνοντας το χέρι προσπάθησαν να μου δώσουν δύο πενηνταράκια προκειμένου να τους δώσω το άδειο μου σχεδόν καρότσι, δεν έβρισκαν κανένα εδώ και δέκα λεπτά. Γελώντας τους έδωσα πρόθυμσατο δικό μου, αφού έβγαλα τον... πολύτιμο θησαυρό μου, στα χέρια, χωρίς σακκούλα και αρνούμενη ευγενικά το αντίτιμο, μα ήταν αδύνατον να με αφήσουν να φύγω έτσι...
-----------------------------------------

Στο γκαράζ άφησα αυτό που είχα αγοράσει στη θέση του συνοδηγού και έβαλα μπροστά τη μηχανή. Και τότε θυμήθηκα τον λαχνό, που είχα μέσα στο πορτοφόλι. Έκανα να το πιάσω και την ίδια στιγμή το μετάνιωσα: σκεφτόμουν όλη αυτήν τη μάταιη προφανώς διαδρομή μέχρι "επάνω".
"Να λείπει το βύσσινο" σκέφτηκα κι έφυγα.
-----------------------------------------

Λίγες ημέρες μετά ξεκαθάριζα το πορτοφόλι από τα χαρτάκια και τις αποδείξεις που όλο και μαζεύονταν στο εσωτερικό του. Βρήκα το λαχνό, λίγο τσαλακωμένο, αλλά κλειστό, να με περιμένει. Δεν ίσχυε και σκέφτηκα να τον πετάξω. "Δοκιμάστε ξανά, θα γράφει, όπως πάντα" σκέφτηκα και έσκισα τη μια του άκρη.

Επάνω στο χαρτάκι αναγνώρισα αυτό που δεν μπορούσα να διαβάσω στη δική μου λίστα:
"Συγχαρητήρια, κερδίσατε ενός χρόνου "ελπίδα"!"

Thursday, September 20, 2007

Honeyroot - Where I Belong

ένα μικρό μουσικό διάλειμμα...

...με ένα αιώνιο ερώτημα...

Saturday, September 15, 2007

Λαιμητόμος



Ήταν πολύ απλό, γρήγορο και ανώδυνο, σχεδόν, του είχαν πει, και κόμπιασαν αρκετά όταν έλεγαν το σχεδόν. Απλώς το αποφασίζεις και προχωράς. Εκείνος τους κοιτούσε, τρομαγμένο σκυλί, στα μάτια, εκλιπαρόντας να του δοθεί η ευκαιρία να το σκεφτεί, να το αναλογιστεί επαρκώς, όσο νά 'ναι ήταν μια σημαντική απόφαση.
Η απόφαση έχει παρθεί από τα γεγονότα, απάντησε ανυπόμονα ο ένας από τους τρεις που είχαν έρθει να τον επισκεφτούν, εσείς συναινείτε για ψυχολογικούς λόγους θα έλεγα, συνέχισε με μια ειρωνική απόχρωση στη φωνή του, ενώ ταυτόχρονα κάρφωνε με το βλέμμα τον έτερο συνάδερφο που είχε μιλήσει νωρίτερα.
Η πρώτη φωνή επέμενε, γρήγορα και ανώδυνα, κάνουμε την κίνησή μας και μετά... Ναι, και μετά, τους ρώτησε. Το μετά είναι για αργότερα, απάντησε ο τρίτος με φωνή καμπάνα, πρέπει επιτέλους να ετοιμαστούμε.

Συναίνεσε; Δεν το ήξερε πια, είχε απλώς κρεμαστεί από τα λόγια-κλαδιά του πρώτου, γρήγορο και ανώδυνο και αποτελεσματικό, ναι και αυτό το είχε αναφέρει, ή μήπως πάλι όχι; Το μυαλό του έκαιγε και οι σκέψεις έλυωναν μέσα του προτού ακόμη ολοκληρωθούν, άλλες λύγισαν, άλλες κάναν ένα "μπραφ" και πάει, γίνονταν μεμιάς στάχτη.

Είχε πράγματι συναινέσει; Είχε πλυθεί και φορέσει νέα ρούχα, είχε ξυριστεί και λούσει τα μαλλιά του με φρoντίδα, κοίταξε για μια στιγμή τη μορφή του σε μια γούρνα με νερό εκεί στο προαύλιο, είδε το κεφάλι του να του χαμογελά, ένιωσε τύψεις.

Απλά και γρήγορα του είχαν πει, το αποτελεσματικά μάλλον θα το είχε φανταστεί αλλά εκεί στο προαύλιο, τίποτε δεν έδειχνε να έχουν προετοιμαστεί για αυτό που τον περίμενε. Ησυχία, ηρεμία. Τέτοια ώρα νωρίς το πρωί περίμενε μια κινητικότητα, λίγη φασαρία. Τίποτε.

Και τότε ήρθαν τέσσερις και τον έπιασαν από τα χέρια και τα πόδια, μα γιατί αφού δεν αντιστέκομαι, ήθελε να φωνάξει, να 'μαι στέκομαι εδώ πειθήνιος, έχω συναινέσει, τον έπιασαν από τα χέρια και τα πόδια και τον έδεσαν, τον πεδίκλωσαν μέσα σε ένα λεπτό. Στο κεφάλι τού φόρεσαν ένα σακί, όχι, βγάλτε το, βγάλτε το από πάνω μου, φώναζε, πνίγομαι, θέλω να βλέπω, θέλω να νιώθω στο πρόσωπό μου το πρωινό αεράκι, μάταια, ριγμένος επάνω σε ένα κάρο, πεταμένος εκείνος ο πλυμένος και καθαρός, επάνω στο βρώμικο κάρο, ένιωσε τη μπόχα από κάτουρο και τρόμο, όλων όσων είχαν βρεθεί εκεί πριν από αυτόν να του χτυπά τη μύτη.
Λιποθύμησε.

Ξύπνησε από τις φωνές και τα γιουχαϊσματα, νόμιζε, ή απλώς επειδή είχε πια συνηθίσει τη δυσωδία, αλλά έμεινε εκεί κάτω, κουκουλωμένος και κουλουριασμένος από φόβο, το σακί του έκλεινε πάντοτε τα μάτια, και ένιωθε να τον χτυπούν πέτρες σε όλο του το σώμα. Αυτό είχε διαλέξει;
Το κάρο σταμάτησε και ένιωσε να τον τραβούν έξω. Άκουσε βήματα, άκουσε μεταξύ αυτών και τα δικά του βήματα, να ανεβαίνουν ξύλινα σκαλιά. Ο κόσμος πάντοτε παρόν, τον μύριζε, τον άκουγε, τον ένιωθε παρόλο που πια κανείς δεν τολμούσε να του ρίξει άλλες πέτρες.

Τη βγάζω ή όχι, άκουσε μια πνιχτή φωνή. Κανείς δεν απάντησε. Σε σένα μιλάω, τη βγάζω ή όχι. Κατάλαβε. Σε εκείνον το έλεγε. Ναι, παρακαλώ απάντησε με μια αταίριαστη για το μέρος ευγένεια.

Την είδε. Εκεί ψηλή, αγέρωχη, με την καλογυαλισμένη λάμα να στέκεται φάρος θανατηφόρος μέσα στο πλήθος.
Γύρισε και έψαξε στο πλήθος, αλλά αυτό είχε γίνει ένα στόμα, δύο μόνο αγριεμένα μάτια, με εκατοντάδες απειλητικά χέρια.

Βλέπετε, του είπε η δεύτερη φωνή από τη χθεσινή ημέρα: η απόφαση έχει παρθεί από τα γεγονότα. Τον κοίταξε με φόβο, ποτέ δεν είχε συναινέσει.

Σήκωσε το κεφάλι του και κοίταξε τον ουρανό, ρούφηξε το βαθύ γαλάζιο του χρώμα, αγάπησε το σύννεφο που περνούσε εκείνη την ώρα και έτρεχε κατά τον Νότο.

Ζητησε να του λύσουν τα χέρια, αλλά το αρνήθηκαν, ζήτησε να πιει λίγο νερό, αλλά κανείς δεν είχε φέρει μαζί του. Ζήτησε να προσευχηθεί. Του έδωσαν μονάχα δυο στιγμές. Και όμως, πρόλαβε να τα πει όλα.

Είχε έρθει η ώρα. Χαμήλωσε το βλέμμα, φυλακίζοντας μέσα του όλο εκείνο το γαλάζιο, τώρα πια θα έβλεπε μονάχα ξύλινο δάπεδο...

Πλησίασε και γονάτισε μπροστά της. Έγειρε το κεφάλι, το πέρασε πάνω από το κοίλο ξύλο.

Γρήγορα και ανώδυνα θα τελείωναν όλα.

Άκουσε τη λάμα να ξεκινάει με ορμή από πάνω του. Γιατίγιατίαργούσετόσο;γρήγορακιανώδυναείχανπειοτιθαέκαναν.
Τομετάνιωσαδενθέλωνασυναινέσωήθελεναουρλιάξει.

Η λάμα κατέβαινε πάντοτε με αστραπιαία ταχύτητα, μονάχα η απόσταση έμοιαζε να είχε μεγαλώσει απίστευτα.

Δενκαταλαβαίνω,ένιωσετομυαλότουναπροσπαθείνασκεφτεί
μαήτανμιαπύρινημπάλα,βοήθεια,φώναζεηκαρδιάτουτρελλή
απόαγωνίακαιφόβο,δενκαταλαβαίνω,έπρεπεόλαναείναιγρή
γορακιανώδυνα,θεέμουγιατίστριφογυρίζουνόλα;ταμάτια
μουέμεινανανοιχτάναχάσκουν,καιτοκεφάλιμουκυλά,γρήγορα
καιανώδυναείχανπει,γρήγορακαιανώδ...

_________________________________________________

ΥΓ Αφιερωμένο σε όλες τις αποφάσεις που παίρνονται "ερήμην μας".
Αφιερωμένο σε όλες τις αποφάσεις που παίρνονται από εμάς για άλλους.
Αφιερωμένο στον Ναυτίλο που μαζί πρέπει να λάβουμε αυτήν την εβδομάδα απόφαση για
το πιο μικρό μικρό μας...
Αφιερωμένο σε αυτόν τον φόβο που προσπαθώ να ξορκίσω.

ΥΓ2 Όχι, αυτό ΔΕΝ είναι ένα εκλογικό ποστ...

Friday, September 7, 2007

Χίμαιρα


"the young family", Patricia Piccinini, Venice Biennale, 2003



Τελικά δεν μπορούσε να βολευτεί πουθενά.
Όπως κι αν γυρνούσε το κορμί του του ήταν αδύνατο να βρει τρόπο να το «δέσει» με το στρώμα, να μπορέσει να ησυχάσει για να κοιμηθεί.
Τα ίδια εδώ και μια ολόκληρη εβδομάδα που αυτό το πράγμα είχε αρχίσει να φουσκώνει και να σκληραίνει…

Γύρισε και πάλι στο πλάι, αλλά τώρα πια οι ώμοι του σαν να είχανε φαρδύνει υπερβολικά και το κεφάλι του χρειαζόταν τρία μαξιλάρια για να βρει τρόπο να ακουμπήσει.
Τίποτε.

Προσπάθησε να γυρίσει από την άλλη πλευρά αλλά και πάλι μάταιος κόπος: δεν μπορούσε να γυρίσει πολύ εύκολα, άσε που η ουρά του είχε μακρύνει κι αυτή τελευταία και όλο και μπλεκόταν. Προχτές πάλι την πάτησε στο μπάνιο και ξαφνιάστηκε τόσο που τελικά έχασε την ισορροπία του και έπεσε ανάσκελα.

Τότε ήταν που παρατήρησε και την καμπούρα. Μέρες παιδευόταν αλλά ποτέ δεν είχε φανταστεί ότι μπορεί να έφταιγε η πλάτη του. Στάθηκε τότε στον καθρέφτη, αυτόν τον τριπλό και την είδε.

Από εχθές όμως, είχε αρχίσει να αποκτά ένα πρασινωπό χρώμα και να διαγράφονται κάτω από το δέρμα του κάτι σα μεγάλες φολίδες, κάτι σαν πλάκες.

Έκανε να ξύσει την πλάτη του αλλά οι οπλές του τραυμάτισαν την πλάτη του. Το δέρμα έπεσε σαν ξερό φύλλο σε εκείνο το σημείο και να, φάνηκε πράγματι μια γυαλιστερή σκληρή πλάκα, σαν κομμάτι από καύκαλο χελώνας.

Είχε συνηθίσει στα απρόοπτα, αλλά αυτό παραπήγαινε. Έστειλε φωνητικό μήνυμα την Δ.Ε.Α-Ζ.Α αλλά κανείς δεν απάντησε.
Ξεφύσηξε από τα φαρδιά ρουθούνια του μουσουδιού του και κοίταξε τριγύρω του για τη συσκευή έκτακτης ανάγκης.
Κάθε Α-Ζ.Α είχε και από μία τέτοια συσκευή, την οποία όφειλε να προσέχει ως κόρη οφθαλμού μεν, αλλά δεν επιτρεπόταν να τη χρησιμοποιήσει για ψύλλου πήδημα δε...
Όλες τους είχαν δορυφορική κάλυψη εκτός από τη δική του: ήταν παλιά και συνδεδεμένη με έναν επίσης παλιό και ξεχασμένο δορυφόρο που μάλλον είχε ξεχαστεί εκεί πάνω.
Εκείνος, όμως, δεν το γνώριζε, ποτέ ως τώρα δεν είχε νιώσει την ανάγκη να τη χρησιμοποιήσει.

Ποτέ ως τώρα δεν είχε νιώσει φόβο...

Πήγε να πατήσει το κόκκινο κουμπί αυτόματης κλήσης αλλά κάτι μέσα του τον απέτρεπε. Αν ήξερε καλύτερα θα γνώριζε ότι το τσιπάκι που είχε εμφυτευμένο δημιουργούσε τεχνητή ταχυπαλμία και κρίσεις ελαφρού πανικού, όποτε στην εμβέλειά του έμπαινε αυτή η συσκευή, για να πείθονται οι Α-Ζ.Α, που πολλές φορές έδειχναν μειωμένη αντιληπτική ικανότητα ή απλώς ανωριμότητα μικρού παιδιού ανθρώπου, να μην παίζουν με τη συχνότητα εκτάκτου ανάγκης.

Αυτό το τσιπάκι το είχαν αναπτύξει από τότε που δημιουργήθηκε αυτός, Α-Ζ.Α 5ης γενιάς, πολύ εξελιγμένος 22 χρόνια πριν, τώρα ένα από τα ελάχιστα απομεινάρια.

Απορούσε συχνά που δεν έβλεπε τους άλλους Α-Ζ.Α, της γενιάς του: οι περισσότεροι είχαν πεθάνει μιας και σε πολλές περιπτώσεις ως τώρα οι επιστήμονες δεν είχαν καταφέρει να... ενεργοποιήσουν στο άτομο το ανθρώπινο βιολογικό κύκλο, οπότε και το Α-Ζ.Α πέθαινε συνήθως στην ηλικία του ζωϊκού μέρους της υπόστασής του.

Ευτυχώς εκείνος δεν ήταν Α-Ζ.Α 1ης γενιάς, εκείνα είχαν κυρίως στοιχεία από κουνέλια και ποντίκια, ακόμη και με τα πιο προηγμένα φάρμακα και σκευάσματα, κανένα δεν είχε καταφέρει να συμπληρώσει περισσότερα από έξι χρόνια ζωής, κι ας είχαν γίνει μεγαλόσωμα. Επιπλέον ήταν στείρα και έτσι οι επιστήμονες δεν έμαθαν ποτέ μήπως κάποια στοιχεία θα άλλαζαν σε απευθείας 2ης γενιάς απογόνους.

Η 2η και 3η τεχνητή γενιά ήταν επίσης στείρες αλλά καθώς στο παιχνίδι έμπαιναν και πιο μεγαλόσωμα ζώα ή άλλα με μεγαλύτερο κύκλο ζωής τα νέα Ανθρωπό-Ζωα Άτομα, κοινώς Α-Ζ.Α, έφταναν αισίως και τα 25 και πλέον έτη ζωής.

Η 4η γενιά ονομάστηκε η γενιά Φ., από τη λέξη φιάσκο, και εξουδετερώθηκε όλα μετά από πολύμηνη αναζήτηση και ανθρωποζωοκυνηγητό: αν και όλα έδειχναν ότι μάλλον θα έσπαγαν το φράγμα των 35 ή και των 40 ετών ζωής, λόγω της υπερδραστήριας σεξουαλικής ζωής τους αυτά τα Α-Ζ.Α. ήταν τα πρώτα και τελευταία γόνιμα άτομα, μιας και είχαν αρχίσει να γεννιούνται ανεξέλεγκτα διαφόρων ειδών και επιμειξιών άτομα, με επικίνδυνα ή και αντικρουόμενα χαρακτηριστικά.

Τότε η επιστημονική κοινότητα είχε δεχθεί ένα ισχυρότατο πλήγμα, καθώς αδυνατούσε πλέον να ελέγξει την παραγωγή των νέων ατόμων: οι εγκυμοσύνες ακολουθούσαν αυτόνομους κύκλους, από λίγες εβδομάδες έως καμιά φορά τα τρία έτη, και τα άτομα που έρχονταν στον κόσμο ήταν άνευ τσιπ εντοπισμού και ρύθμισης με αποτέλεσμα να αποτελούν έναν θανάσιμο κοινωνικό κίνδυνο.

Μέχρι σήμερα λέγεται ότι κάποια Α-Ζ.Α είχαν καταφέρει να καταφύγουν σε απόκρημνα ή απομονωμένα μέρη, αλλά αν επέζησε κάποιο τότε μονάχα από αυτά που δεν είχαν σύστημα εντοπισμού, μιας και όλα τα άλλα φαίνονταν αμέσως μέσω δορυφόρου. [Όσα Α-Ζ.Α είχαν επιχειρήσει να αφαιρέσουν αυτό το τσιπ πέθαναν από ακατάσχετη αιμορραγία, μιας και καθένα από αυτά ήταν εφοδιασμένα με μίνι βιοβόμβα που έσκαγε μέσα στον οργανισμό, σε περίπτωση μη... νόμιμης αφαίρεσης]

Έτσι λοιπόν δημιουργήθηκαν τα Α-Ζ.Α. 5ης γενιάς, δυνατότερα, ευφέστερα με πολλή μεγαλύτερο κύκλο ζωής, ήλπιζαν -μιας και είχαν πολλά γενετικά στοιχεία από χελώνες και κοράκια- αλλά φυσικά στείρα.
[Τότε είχε θεωρηθεί μια σημαντική ήττα, η μη ικανότητα αναπαραγωγής.
Σήμερα φυσικά, καθένας γελάει με αυτήν την ανόητη άποψη, όλοι γνωρίζουμε πόσο φτηνή και συμφέρουσα είναι η παραγωγή τέτοιων ατόμων, ώστε κανείς δεν θέτει τέτοιο θέμα πλέον...]

Κι όμως, αυτά τα Α-Ζ.Α αποδείχτηκαν Δούρειοι Ίπποι ασθενειών και παθήσεων, μονάχα ένα στα εκατό κατάφερε να ξεπεράσει τα 18 έτη ζωής. Ήταν ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα του κλάδου: ένας τύφλα από το μεθύσι ερευνητής είχε ρίξει στα περισσότερα δείγματα ωρίμανσης, όπως λέγονταν οι τεχνητές μήτρες, βιολογικό υλικό λιβελούλας με αποτέλεσμα -χωρίς κανείς να γνωρίζει γιατί- να επηρρεαστεί ανεπανόρθωτα ο βιολογικός τους κύκλος.

Εκείνος όμως, ήταν από τους τυχερούς, σε αυτόν δεν έπεσε σταγόνα, μιας και μετά από κάποια ώρα ο μεθυσμένος ερευνητής ήπιε λίγο από το διάλυμμα και αφού έπαθε ένα ισχυρό αλλεργικό σοκ, έπεσε τέζα στον κεντρικό διάδρομο της κεντρικής αίθουσας ωρίμανσης του κτηρίου Υ34Ρ.

Και τώρα όμως αντιμετώπιζε ένα σοβαρότατο πρόβλημα: τώρα στα 22 χρόνια ύπαρξής του, η αλλόκοτη μορφή του άρχισε να αλλάζει κι άλλο και μάλιστα σε καθημερινή βάση. Ρουθουνίζοντας θυμωμένα προσπάθησε να ξαναστείλει φωνητικό μήνυμα στην Δ.Ε.Α-Ζ.Α, την Διεθνή Ένωση Ανθρωπό-Ζωων Ατόμων. Από το μεγαφωνάκι πάνω στην οροφή ακούστηκε μια απότομη μηχανική φωνή:

-"Παρακαλώ, δώστε αριθμό γενιάς και κωδικό πιστότητας."

Γελοίος έλεγχος, σαφώς και γνώριζαν από πού τους καλούσε ποιος, ήταν όμως ένας πρώτος τρόπος για να ανιχνευτούν νοητικές ή ψυχολογικές διαταραχές

-"Α-Ζ.Α 5ης γενιάς, Υ34Ρ τομέας 62,ΙΙ, σειρά Σ."

-"Κωδικός δεκτός. Αναφέρατε το πρόβλημα."

-"Χρειάζομαι επειγόντως τον υπεύθυνο ερευνητή βάσης", όπως ονομαζόταν ο υπεύθυνος της βάρδιας.

-"Βαθμός σοβαρότητας;"

-"Ίσως Α, υπάρχει συνεχής μεταβολή εδώ και περισσότερο από μια εβδομάδα"

-"Μείνετε εκεί και περιμένετε" επέμεινε πάντοτε το ίδιο μηχανικά κι απότομα η ίδια φωνή. "Σε λίγο θα καταφθάσει απόσπασμα επιθεώρησης"

[...]





ΥΓ Σήμερα το πρωί διάβασα ότι εγκρίθηκε στη Βρετανία η έρευνα σε ανθρώπινα-ζωικά έμβρυα. Και ότι δεν θα αναπτύσσονται για περισσότερες από 2 εβδομάδες.
Ακόμη κι έτσι, ένιωσα λίγο σα να βρέθηκα στο νησί του Δρ Μορό...
Δεν ξέρω.
Αυτή η ιστορία γεννήθηκε απλά έτσι σήμερα, μονορούφι.
Δίνω τη σκυτάλη σε όποιο φιλαράκι θέλει να της δώσει ό,τι τέλος θέλει, αν θέλει...

Περιμένω τις δικές σας αντιδράσεις...

Καλή σας νύχτα...


______________________________________________________

α΄εκδοχή από Μάρκο, μέσα στα σχόλια
β΄εκδοχή από Equilibrium στο
μπλογκ του


σας ευχαριστώ για τη συμμετοχή και τις υπέροχες εκδοχές σας...

Thursday, September 6, 2007

ΣΗΜΑΝΤΙΚΕΣ ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΕΙΣ...

To παρακάτω είναι αυτούσιο το σχόλιο που άφησε η ameno σε προηγούμενο ποστ μου. Φοβούμενη ότι τώρα πια ίσως να μην το δει κανείς σπεύδω να το... αναδημοσιεύσω σε πιο καλό σημείο

μην ξεχνάμε, τα πράγματα δεν είναι πολύ καλά για όσους έχουν πληγεί...




Η ameno είπε...


Μπορούμε να εμπιστευτούμε ιδρύματα και οργανώσεις που πράγματι με αποδείξεις διανέμουν τα όσα προσφέρονται. Επίσης ήθελα να τονίσω πως όποιος έχει την ευχαρίστηση να στείλει ρουχισμό καλό θα είναι να ετοιμάσει κούτες που να περιγράφουν τι περιέχουν, βοηθάει πολύ στην καταγραφή και δεν χάνετε χρόνος απο τους εθελοντές για να τα τακτοποιούν ανα κατηγορία. Παράκληση: Στα γυναικεία ρούχα βάλτε και σερβιέτες, έχουν έλλειψη!! Στα αντρικά ξυραφάκια!! Επίσης, υπάρχει ανάγκη σε απορρυπαντικά, σαμπουάν και σαπούνια. Τα γάλατα δεν είναι ποτέ αρκετά!! Είναι ένα είδος τροφής που παρασκευάζετε εύκολα εφόσον υπάρχει έλλειψη εξοπλισμού και είναι απαραίτητο για την αποβολή των τοξινών που έχει περιέλθει μέσω του καπνού στους κατοίκους των πληγουσσών περιοχών! Ακόμη, μπορείτε να στείλετε και ζωοτροφές!! 1 κιλό βρώμης ή σιτάρι είναι επίσης πολύτιμα!!! Ακόμη, για τα μωρά χρειάζονται πάνες και παιδικές τροφές!! Υπάρχουν μωρά που δεν μπορούν να φάνε μακαρόνια και ρύζι!! Και κάτι ακόμα: Εσώρουχα!! Προτιμήστε μα διαθέσετε ένα μικρό ποσό και να αγοράσετε 2 εσώρουχα!! Όλοι στέλνουν μπλούζες και παντελόνια!!! Θα μπορούσα αν θέλετε να σας ενημερώνω για την κατάσταση λόγου άμεσης επαφής με τις περιοχές.
Ως άνθρωπος θα ήθελα να ευχαριστήσω τους προσκόπους και να ζητήσω απο τους γονείς να προτρέπουν τα παιδία τους να γράφονται στους προσκόπους!! Η προσφορά τους είναι πολύτιμη σε παρόμοιες καταστάσεις. Έχουν πολύ καλή οργανωτική διάθεση και γλυκύτατες καρδούλες!! Ευχαριστώ!!
ΑΑΑ!! αν ανησυχείτε για το αν η βοήθεια θα φτάσει σε εκείνους που τη χρειάζονται μαζευτείτε παρέες - παρέες και με κάποιο εθελοντικό αυτοκίνητο και κάποιοι απο εσάς μετέβητε στα χωρία που χρίζουν βοηθείας , σε συνεργασία με τους εθελοντές που βρίσκονται εκεί, μοιράστε τα πράγματα!!
Ευχαριστώ!!!
ζωή μου, συγνώμη που χάθηκα αλλά προσπαθούσα να διαθέσω τον λιγοστό μου χρόνο σε εκείνους που είχαν ανάγκη... Έπρεπε να οργανωθούμε!!!

September 6, 2007 12:50 PM


Ameno σε ευχαριστώ πολύ

Tuesday, September 4, 2007

ΑΝΩΡΘΩΓΡΑΦΦΥΑ



Αππό αιχθέσ φωββάμε,
φωββάμε πωλή ώττι θα κσανακκηλοίσσω,
ώττι θα κσανακκηλοίσσω στεις μάβραις σκαίπσης μου,
στυν απεσσειωδωκσία,
στοιν παρρέτισσει
στιν αμμυχανοία

ώττι θα σαι κειττό κε θα μαιτρό πώσσους μείνες οίσε κωντά μου.
κε θα αφουγγράζζωμε τι ζοεί που ακκώμυ ανναβλίζοι κριστάληνυ κε διννατεί αππώ μαίσσα σου κε μάττεα θα πρωσσπαθό να μανταίπσο πώσω ακώμι...

δαιν τωλμώ ούτται να το γράπσω, αλά δαιν ανταίχο κε ώλη τι σειωπί που ω φώβως θαίλη να μου αιππειβάλοι.

Οίννε δίσκωλω κε ώμμος πραίπποι να δαιχθό ώττι αφτώ που σαι στιχυόνοι ίνε αικοί πάντοτται, διννατώ κι απάνθροπω, τιφλλό στυν ωμωρφειά σου, κουφφώ στι φοννί σου, κριμαίνω μαίσσα σου πρωσπαθύ να σαι νηκείσοι...

Κε ώμως σταίκοις πάντωτται γαινέα οσ Αμμαζώνα, αγαίροχι ος βωτσαλωμμάτα Κώρρι κε τω αγνωοίς...

Θα οίμασται πάντοται δύππλα σου καρδούλλα μου κε αν λιγείζο μωννάχα αιδό, μακρειά σου, κε αν φωβάμε θα τω κσορκείσο προττού γιρρείσο...

Κε τω κσορκείζο αιδδό, γράφφωντας σαι γλόσα ανωρθώγρραφυ κε γαιλλεία γοια να μυ μαι καταλλάβοι αφττώ αικοί τω άττυμμω
γοια να τω ξαιγαιλλάσσο, μαίχρυ να πειάσσο πάλλυ τω σκουττάρυ κε τω δώρι κε να του ωρμύσσο κε πάλλυ στω πλάη σου...

Monday, September 3, 2007

Άρνηση



Η άρνηση ουδέποτε πρόσφερε στον αρνούντα αυτό που εκείνος επιδίωκε…
_________________________________________

Το παραπάνω ήταν μέρος σχολίου μου σε ποστ του Μάρκου κι εκείνος βρήκε ότι αυτή η επισήμανση μάς πάει πολύ μακριά.
Και μου έδωσε την ιδέα της συζήτησης.

Αλήθεια, πόσο μακριά μπορεί να μας πάει;

η σκυτάλη σε εσάς, σε μένα, σε όποιον θέλει...

To M+Z 8 κυκλοφόρησε!!!




και μετονομάστηκε σε Μ+Ζ+Ι, μιας και η παρέα έχει αποκτήσει τρίτο κρίκο. θα το βρείτε στο... διανυκτερεύον περίπτερο του φίλου Μάρκου

Διαβάστε τη συνέχεια των αναζητήσεων του Μέμνονα...

Sunday, September 2, 2007

Αρχή της Ινδίκτου


Σήμερα είχε έρθει επιτέλους η μέρα, ήταν η μέρα που περίμενε, η μέρα που ήλπιζε, η μέρα που θα καταλάγιαζε ο πόνος του.

Σήμερα δεν ήταν οποιαδήποτε ημέρα και ο Δρακοκύκλωπας γνώριζε καλά ότι έπρεπε να δράσει, να ηρεμήσει την ανταριασμένη ψυχή του, να ξεφυσήξει δυνατά για να βγει και η τελευταία πνοή αγωνίας και θλίψης, αλλά δεν τολμούσε, από κάτω του, κάτω από το θεόρατο κορμί του, η χώρα κάπνιζε ακόμη, υπήρχαν κούτσουρα που φλόγιζαν, πέτρες πυρωμένες, στάχτες που έκρυβαν στην καρδιά τους μικρές φωτίτσες έτοιμες να ξεχυθούν. Κάπου κάπου μάλιστα υπήρχαν εστίες κανονικές, δυνατές κι επικίνδυνες, ακόμη πεινασμένες, που έκαιγαν με σταθερό ρυθμό εκτάσεις γης...

"Με το ρουθούνι στο θυμάρι του βουνού,
με το ποδάρι μου στην άκρη του γιαλού,
απλώνω τις χερούκλες μου δεξιά-ζερβά
και κουκουλώνω πόλεις και χωριά"
.


Όχι, τα υπολείμματα θλίψης και αγωνίας που επέμεναν να σιγοκαίνε στην καρδιά του ετούτην τη σημαδιακή ημέρα έπρεπε να βγουν αθόρυβα, ήσυχα και ταπεινά, αν ξεφυσούσε, αυτός ο μεγάλος σαν βουνό ποιος ξέρει πόσο θα ευνοούσε τς κρυμμένες και αποδυναμωμένες φλόγες που καραδοκούσαν μέσα στη θράκα.

"Η σκιά μου απλώνεται ως πέρα την Ασία,
το αυτί μου πιάνει το ταμ-ταμ στην Αφρική.
Βλέπω δυο-τρία καγκουρό στην Αυστραλία
και σκάω μύτη στην Αμερική".



Έκατσε λοιπόν επάνω στην Κρήτη και άπλωσε τις ποδάρες του, μια στο Αιγαίο και μια στην Αδριατική και πήρε την παλέτα του, γιατί ήταν λέει και καλλιτέχνης: δεν έβαλε πολλά χρώματα, δύο μοναχά, κίτρινο και μπλε. Το κόκκινο, το μαύρο τα είχε χορτάσει όλες τις τελευταίες ημέρες και όλα τα άλλα του φαίνονταν ψεύτικα πια.

Κίτρινο και μπλε, έπιασε έναν ξερό φοίνικα από μια ακτή της Αφρικής και αφού τον μούλιασε λιγάκι στη Μεσόγειο, βάλθηκε να αναμειγνύει τα δύο χρώματα. Και άρχισε να αλοίφει την πληγωμένη γη με το πράσινό του βάλσαμο: πράσινο χλωρό και έντονο σαν του χορταριού, φευγαλέα να ασημίζει σαν της ελιάς, έντονου και αιχμηρού σαν τις βελόνες των πεύκων, δροσερό και πλούσιο σαν των πλατανιών, ελαφρώς γαλαζωπού σαν των κωνοφόρων στα όρη, αυστηρού και λιτού σαν των ευθυτενών κυπαρισσιών, κιτρινωπό σαν των καλαμιών, σκούρο και αγκαθωτό σαν αυτό του λόγγου, ευχάριστου και σκιερού σαν της καστανιάς...

Ζωγράφιζε ο Δρακοκύκλωπας, κάθε πινελιά και μια συστάδα, κάθε γραμμή και ένα δασάκι, κάθε συννεφάκι πράσινο δάσος πυκνό, σωστός δρυμός.

Κι άρχιζε να δροσίζει ο κόσμος, να χαμογελούν οι άνθρωποι, να επιστρέφουν τα πουλιά, να ξεμυτίζουν οι χελώνες, να ξαναγεννιούνται τα αγρίμια, να αυγατεύουν τα έντομα, να μαζεύονται σύννεφα, να τρέχει βροχή που έκανε τα χρώματα του καινούργιου κόσμου να λάμπουν...

Και η καμμένη χώρα ανάσανε και πάλι και γέμισε φιλιά των Δρακοκύκλωπα που ντροπαλός και αμάθητος στις γλύκες, άρχισε να γαργαλιέται, να γαργαλιέται φριχτά και να γελάει

"ΧΑ,ΧΑ,ΧΑ"

γέλια τρανταχτά βροντούσαν στον ουρανό κι ο κόσμος γελούσε, η φύση γελούσε, ο ουρανός γελούσε, η χώρα γελούσε και τον φιλούσε ακόμη πιο πολύ, ακόμη πιο πολύ, μέχρι που το γέλιο της μαρμάρωσε, τα μάτια της ορθάνοιχτα γέμισαν φρίκη, άπλωσε τα χέρια της να εμποδίσει το κακό, άνοιξε την αγκαλιά της να κρύψει μέσα της το νεογέννητο μωρό της, μα ήταν πια πολύ αργά, πολύ πολύ αργά...

----------------------------------------------------------------------------------

Σήμερα ήταν να έρθει επιτέλους η μέρα, ήταν να φτάσει επιτέλους η μέρα που περίμενε, η μέρα που ήλπιζε, η μέρα που θα καταλάγιαζε ο πόνος του.

Σήμερα δεν θα ήταν οποιαδήποτε ημέρα και ο Δρακοκύκλωπας γνώριζε καλά ότι έπρεπε να δράσει, να ηρεμήσει την ανταριασμένη ψυχή του.

Ήξερε, αν και μέσα του ακόμη σιγόκαιγε η αγωνία και η θλίψη, ότι δεν έπρεπε να ξεφυσήξει δυνατά για να ξεσκάσει και να διώξει αυτό το πλάκωμα που ένιωθε, δεν θα έπρεπε να το τολμήσει: από κάτω του, κάτω από το θεόρατο κορμί του, η χώρα κάπνιζε ακόμη, υπήρχαν κούτσουρα που φλόγιζαν, πέτρες πυρωμένες, στάχτες που έκρυβαν στην καρδιά τους μικρές φωτίτσες έτοιμες να ξεχυθούν. Κάπου κάπου μάλιστα υπήρχαν εστίες κανονικές, δυνατές κι επικίνδυνες, ακόμη πεινασμένες, που έκαιγαν με σταθερό ρυθμό εκτάσεις γης...

Όμως, Δρακοκύκλωπας ήταν

"τρανός, τραυλός, ζαβός, χαζός, μιχτός, μισός, γλαρός, ξερός"

ντροπαλός κι αμάθητος ο καϋμένος στις γλύκες κι έτσι όπως γαργαλιότανε κι έτσι όπως χασκογελούσε η φωτιά στα σπλάχνα του ξεχύθηκε στον νεογέννητο δροσερό κόσμο, στην χαρούμενη ξανανιωμένη χώρα και δεν άφησε ούτε ένα δέντρο ζωντανό, ούτε ένα τόσο δα μικρό χορταράκι...

------------------------------------------------------------------------------

ΥΓ Αρχή της Ινδίκτου σήμερα, μια διαφορετική Πρωτοχρονιά. Μακάρι να μπορούσα να ευχηθώ κάτι αισιόδοξο. Μακάρι να μπορούσα να βρω έναν τρόπο να ξαναζωγραφίζαμε το πράσινο που χάθηκε. Μακάρι να πίστευα ότι ακόμη κι αν ο Δρακοκύκλωπας τα κατάφερνε, δεν θα τα ξανακαίγαμε όλα, με την απίστευτη αυτοκαταστροφική μας μανία...

ΥΓ Ο Δρακοκύκλωπας και οι στίχοι είναι φυσικά από την καταπληκτική ΟΔΥΣΣΕΒΑΧ... Ελπίζω, Ξένια, να μη σε πειράζει που τον δανείστηκα... Ευχαριστώ...

ΥΓ2 Εντάξει, έχετε δίκιο, είναι ήδη 2 Σεπτέμβρη, άργησα να ανεβάσω το ποστ μου και με βρήκε η επόμενη ημέρα...